- φιλο-παίσμων
φιλο-παίσμων, ονος, = Folgdm, Plat. Rep. V, 452 e, im Ggstz von σπουδαστικός, u. Crat. 406 c, beide Male v. l. -παίγμων.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλο-παίσμων, ονος, = Folgdm, Plat. Rep. V, 452 e, im Ggstz von σπουδαστικός, u. Crat. 406 c, beide Male v. l. -παίγμων.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
επιλήσμων — ἐπιλήσμων, ον (AM) αυτός που έχει την τάση να ξεχνά («δυσμαθέστερον ἀποβαίνειν καὶ ἐπιλησμονέστερον», Ξεν.) (| αρχ. αυτός που φέρνει λησμονιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + λήσμων < *λάθ μων < αορ. θ. λαθ. τού λανθάνω (πρβλ. αόρ. β’ έ λαθ ον) με σ… … Dictionary of Greek