- φιλο-τράπεζος
φιλο-τράπεζος, den Tisch, die Tafel liebend, Freund der Tafelfreuden, Ath. III, 113 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλο-τράπεζος, den Tisch, die Tafel liebend, Freund der Tafelfreuden, Ath. III, 113 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ευτράπεζος — εὐτράπεζος, ον (ΑΜ) αυτός που έχει καλό τραπέζι, που κάνει μεγαλοπρεπείς εστιάσεις, ο φιλόξενος αρχ. 1. αβροδίαιτος, μαλθακός 2. αυτός που συντελεί στην προμήθεια πολυτελών, ακριβών εδεσμάτων («ἡ θάλαττα παρέχει τὴν ἀγορὰν εὐτράπεζον», Πλούτ.).… … Dictionary of Greek
ισοτράπεζος — ἰσοτράπεζος, ον (Α) αυτός που έχει μέγεθος ίσο με το μέγεθος τραπεζιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + τράπεζος (< τράπεζα), πρβλ. καλλι τράπεζος, φιλο τράπεζος] … Dictionary of Greek
υπνοτράπεζος — ὁ, Α κωμ. ονομασία για κάποιο παράσιτο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕπνος + τράπεζος (< τράπεζα), πρβλ. φιλο τράπεζος] … Dictionary of Greek