- μακαρτός
μακαρτός, = μάκαρ, oder μακαριστός, Leon. Tar. 69 (VII, 740).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μακαρτός, = μάκαρ, oder μακαριστός, Leon. Tar. 69 (VII, 740).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μακαρτός — μακαρτός, ή, όν (Α) μακαριστός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μάκαρ + κατάλ. τός] … Dictionary of Greek
μακαρτός — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μάκαρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αίολου και της Αμφιθέας. Αγάπησε την αδελφή του, Κανάκη, με την οποία συνδέθηκε. Όταν ο Αίολος έμαθε τις σχέσης τους, έστειλε στην Κανάκη ένα ξίφος, με το οποίο αυτοκτόνησε πρώτα εκείνη και ύστερα ο Μ. Ο… … Dictionary of Greek