μοιρο-φόρητος

μοιρο-φόρητος

μοιρο-φόρητος, vom Schicksal gebracht, Schol. Il. 8, 527.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υγροφόρητος — ον, ΜΑ αυτός που μεταφέρεται ή παρασύρεται από το νερό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + φορητός (< φορῶ), πρβλ. μοιρο φόρητος, ποταμο φόρητος] …   Dictionary of Greek

  • υδατοφόρητος — ον, Μ αυτός που παρασύρεται και μεταφέρεται από το νερό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕδωρ, ὕδατος + φορητός (< φορῶ), πρβλ. μοιρο φόρητος, ποταμο φόρητος] …   Dictionary of Greek

  • οιστροφόρητος — οἰστροφόρητος, ον (Μ) αυτός που έχει καταληφθεί από οίστρο, μανιώδης. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + φορητός, μέσω ενός αμάρτυρου *οἰστροφορῶ (πρβλ. θεοφόρητος, μοιρο φόρητος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”