- μοιχό-τροπος
μοιχό-τροπος, von ehebrecherischen Sitten, ehebrecherischem Charakter, Ar. Th. 392.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μοιχό-τροπος, von ehebrecherischen Sitten, ehebrecherischem Charakter, Ar. Th. 392.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μοιχεία — (Νομ.). Η εξώγαμη, κατά φύση, συνουσία ενός άντρα και μιας γυναίκας, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον είναι παντρεμένος. Στην αρχαία Ελλάδα, η μυστική σαρκική σχέση με μια ελεύθερη γυναίκα, χωρίς τη συγκατάθεση του συζύγου της, αποτελούσε… … Dictionary of Greek