- μῡριοστη-μόριον
μῡριοστη-μόριον, τό, das zchntausendste Theilchen, Arist. de sensu 6 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μῡριοστη-μόριον, τό, das zchntausendste Theilchen, Arist. de sensu 6 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντεκαιδεκατημόριον — τὸ, Α το δέκατο πέμπτο τμήμα ενός όλου («πεντεκαιδεκατημόριον τοῡ μηνός», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντεκαιδέκατος + μόριον (< μόρος), πρβλ. μυριοστη μόριον, ογδοη μόριον. Το η τού τ. με ανομοίωση προς αποφυγή τών αλλεπάλληλων βραχέων] … Dictionary of Greek