- μῡρι-ώνυμος
μῡρι-ώνυμος, mit unzähligen Namen, Beiname der Isis bei Plut. Is. et Os. 53.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μῡρι-ώνυμος, mit unzähligen Namen, Beiname der Isis bei Plut. Is. et Os. 53.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μυριώνυμος — μυριώνυμος, ον (Α) αυτός που έχει μύρια ονόματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο) * + ώνυμος (< ὄνυμα, αιολ. τ. τού ὄνομα), πρβλ. ετερ ώνυμος. Το ω τού τ. οφείλεται στη λειτουργία τού νόμου τής «εκτάσεως εν συνθέσει»] … Dictionary of Greek