- προ-πέρυσι
προ-πέρυσι, adv., vor zwei Jahren, Plat. Euthyd. 272 b; Lys. 9, 4; Dem. 33, 25 u. Folgde.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προ-πέρυσι, adv., vor zwei Jahren, Plat. Euthyd. 272 b; Lys. 9, 4; Dem. 33, 25 u. Folgde.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προπέρυσι — ΝΜΑ, και πρόπερσι Ν, προπέρυσιν και αττ. τ. πρωπέρυσιν Α επίρρ. κατά το χρονικό διάστημα που προηγήθηκε τού περασμένου έτους, ένα έτος πριν από το περυσινό, πριν από δύο χρόνια. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + πέρυσι* / πέρσι] … Dictionary of Greek
ενιαυτός — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν δαίμονας της γονιμότητας και προσωποποίηση του χρόνου. Οι αρχαίοι Έλληνες και Ασιάτες τον λάτρευαν μαζί με τις θεές Ώρες, τη θεά Νύχτα και τον Μήνα. Ο δαίμονας Ε. ενσαρκωνόταν είτε από έναν βασιλιά … Dictionary of Greek
per-2 — per 2 English meaning: to go over; over Deutsche Übersetzung: “das Hinausfũhren about” Material: A. Dient as preposition, preverb and Adverb: a. per, peri (locative of Wurzelnomens) “vorwärts, in Hinausgehen, Hinũbergehen about … Proto-Indo-European etymological dictionary
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
πρωί — πρωΐ ΝΜΑ, και αττ. τ. πρῴ ή πρώ και σε κώδικες πρῶϊ και πρῷ Α επίρρ. χρον. 1. κατά το χρονικό διάστημα πριν από την ανατολή τού ηλίου ή αμέσως μετά από αυτήν 2. κατά το διάστημα τής ημέρας που μεσολαβεί από την αυγή ώς το μεσημέρι 3. (με άρθρο ως … Dictionary of Greek
τριπέρυσι(ν) — Α επίρρ. προ ετών, πριν από αρκετά χρόνια. [ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρι * + πέρυσι. Πρόκειται πιθ. για λ. τής καθημερινής γλώσσας τών Αρχαίων και τής κωμωδίας] … Dictionary of Greek