- προς-συν-τίθεμαι
προς-συν-τίθεμαι (s. τίϑημι), noch dazu mit einander verabreden, D. Cass. 46, 56.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προς-συν-τίθεμαι (s. τίϑημι), noch dazu mit einander verabreden, D. Cass. 46, 56.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… … Dictionary of Greek